Η Ινδία επέκρινε έντονα μια επικείμενη μελέτη του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ), σύμφωνα με την οποία, ο απολογισμός των θανάτων στη χώρα ανέρχεται σε τουλάχιστον τέσσερα εκατομμύρια. Το υπουργείο Υγείας και Οικογενειακής Πρόνοιας ανέφερε σε ανακοίνωσή του ότι το ίδιο μαθηματικό μοντέλο δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τον υπολογισμό των θανάτων από τον ιό της Covid για μια μεγάλη χώρα όπως η Ινδία.
Οι New York Times ανέφεραν την περασμένη εβδομάδα ότι το Νέο Δελχί έχει καθυστερήσει την έκδοση της μελέτης καθώς αμφισβητεί ότι ο πραγματικός αριθμός των θανάτων στην Ινδία είναι οκτώ φορές υψηλότερος από τα επίσημα στοιχεία. Ωστόσο η κυβέρνηση του πρωθυπουργού Ναρέντρα Μόντι επιμένει στον δικό της επίσημο απολογισμό για περίπου 520.000 θανάτους.
«Η Ινδία αισθάνεται ότι η διαδικασία δεν ήταν ούτε συνεργατική ούτε επαρκώς αντιπροσωπευτική», ανέφερε η κυβέρνηση της χώρας σε δήλωσή της προς τη Στατιστική Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών τον Φεβρουάριο. Υποστήριξε επίσης ότι η διαδικασία δεν «κράτησε την επιστημονική αυστηρότητα και τον ορθολογικό έλεγχο, όπως αναμενόταν από έναν οργανισμό του κύρους του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας».
Στη νέα του μελέτη, ο ΠΟΥ εκτιμά ότι περίπου 15 εκατομμύρια άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους από τον κορονοϊό μέχρι το τέλος του 2021, αριθμός υπερδιπλάσιος από τους επίσημους αριθμούς που αναφέρουν μεμονωμένα οι χώρες.
Όπως αναφέρει το δημοσίευμα των ΝΥΤ, στην εκπόνηση της έκθεσης συμμετείχαν εμπειρογνώμονες από όλο τον κόσμο και δίνει την πιο ολοκληρωμένη εικόνα της θανατηφόρας δράσης της πανδημίας μέχρι σήμερα. Οι επιστήμονες του οργανισμού συνδύασαν τα εθνικά στοιχεία για τους δηλωθέντες θανάτους, με νέες πληροφορίες από τις τοπικές αρχές και τις έρευνες νοικοκυριών, καθώς και με στατιστικά μοντέλα που αποσκοπούν στο να υπολογίσουν τους θανάτους που δεν είχαν καταγραφεί. Το μεγαλύτερο μέρος της διαφοράς στη νέα παγκόσμια εκτίμηση αντιπροσωπεύει μη καταμετρημένους θανάτους, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων προκλήθηκε άμεσα από την Covid. Περιλαμβάνει επίσης έμμεσους θανάτους ανθρώπων που δεν μπόρεσαν να έχουν πρόσβαση σε περίθαλψη για άλλες ασθένειες λόγω της πανδημίας.
Η Ινδία δεν είναι η μόνη χώρα που υποεκτιμά τους θανάτους από πανδημία. Οι νέες εκτιμήσεις του ΠΟΥ αντικατοπτρίζουν επίσης την υποκαταμέτρηση σε άλλες πολυπληθείς χώρες όπως η Ινδονησία και η Αίγυπτος.
Η Δρ. Σαμίρα Άσμα, βοηθός του γενικού διευθυντή του ΠΟΥ για τα δεδομένα, την ανάλυση και την παροχή αποτελεσμάτων, εξήγησε σε συνέντευξή της στους ΝΥΤ ότι πολλές χώρες δυσκολεύτηκαν να υπολογίσουν με ακρίβεια τις επιπτώσεις της πανδημίας. Στην αρχή της πανδημίας υπήρξαν σημαντικές διαφορές στο πόσο γρήγορα οι διάφορες πολιτείες των ΗΠΑ ανέφεραν τους θανάτους.
Τον Ιανουάριο του 2021, ο Μόντι καυχήθηκε ότι η Ινδία «έσωσε την ανθρωπότητα από μια μεγάλη καταστροφή». Λίγους μήνες αργότερα, ο υπουργός Υγείας δήλωσε ότι η πανδημία τελειώνει. Επικράτησε εφησυχασμός που οδήγησε σε παραλήψεις και σε προσπάθειες των αξιωματούχων να φιμώσουν τις κριτικές φωνές εντός των θεσμών.
Τον Απρίλιο του 2021, τη χώρα έπληξε ένα καταστροφικό δεύτερο κύμα της πανδημίας. Τα νοσοκομεία αναγκάζονταν να διώξουν ασθενείς και πολλοί θάνατοι δεν καταγράφηκαν. Η επιστήμη στην Ινδία πολιτικοποιήθηκε όλο και περισσότερο κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Τον Φεβρουάριο, ο νεότερος υπουργός Υγείας της Ινδίας επέκρινε μια μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Science», η οποία εκτιμούσε ότι ο αριθμός των θανάτων από την Covid στη χώρα, ήταν επτά έως οκτώ φορές μεγαλύτερος από τον επίσημο αριθμό. Τον Μάρτιο, η κυβέρνηση αμφισβήτησε τη μεθοδολογία μιας μελέτης που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «The Lancet», η οποία υπολόγιζε τους θανάτους της Ινδίας σε τέσσερα εκατομμύρια.
Καθώς η Ινδία δεν έχει υποβάλει τα στοιχεία της για τη συνολική θνησιμότητα στον ΠΟΥ τα τελευταία δύο χρόνια, οι ερευνητές του οργανισμού χρησιμοποίησαν αριθμούς που συγκεντρώθηκαν από τουλάχιστον 12 πολιτείες, συμπεριλαμβανομένων των Andhra Pradesh, Chhattisgarh και Karnataka. Σύμφωνα με τους ειδικούς σημειώθηκαν τουλάχιστον πέντε έως έξι φορές περισσότεροι θάνατοι ως αποτέλεσμα της πανδημίας της Covid-19.
Ο Τζον Γουέικφιλντ, καθηγητής στατιστικής και βιοστατιστικής στο Πανεπιστήμιο της Ουάσινγκτον, ο οποίος έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην κατασκευή του μοντέλου που χρησιμοποιήθηκε για τις εκτιμήσεις, δήλωσε ότι μια πρώτη παρουσίαση των παγκόσμιων δεδομένων του ΠΟΥ ήταν έτοιμη τον Δεκέμβριο.
«Η Ινδία όμως δεν ήταν ευχαριστημένη με τις εκτιμήσεις. Οπότε στη συνέχεια πραγματοποιήσαμε όλα τα είδη των αναλύσεων και η έκθεση είναι πολύ καλύτερη εξαιτίας αυτής της αναμονής. Ελέγξαμε το μοντέλο πάρα πολλές φορές και κάναμε όσα περισσότερα μπορούσαμε με βάση τα διαθέσιμα δεδομένα», δήλωσε ο Γουέικφιλντ.
Οι αριθμοί αντιπροσωπεύουν αυτό που οι στατιστικολόγοι και οι ερευνητές αποκαλούν «υπερβάλλουσα θνησιμότητα» η οποία αναφέρεται στον αριθμό των θανάτων από όλες τις αιτίες, κατά τη διάρκεια μιας κρίσης. Οι υπολογισμοί του ΠΟΥ περιλαμβάνουν τους θανάτους που οφείλονται άμεσα στην Covid, τους θανάτους ατόμων λόγω καταστάσεων που επιδεινώθηκαν από την πανδημία και τους θανάτους ατόμων που δεν νόσησαν από κορονοϊό, αλλά χρειάζονταν θεραπεία που δεν μπορούσαν να λάβουν λόγω της πανδημίας.
Ο υπολογισμός των υπερβολικών θανάτων σε παγκόσμιο επίπεδο είναι ένα πολύπλοκο έργο. Ορισμένες χώρες έχουν παρακολουθήσει στενά τα δεδομένα θνησιμότητας και τα έχουν παράσχει αμέσως στον ΠΟΥ. Άλλες έχουν παράσχει μόνο μερικά δεδομένα και ο οργανισμός χρειάστηκε να χρησιμοποιήσει μοντελοποίηση για να συμπληρώσει την εικόνα. Υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός χωρών, συμπεριλαμβανομένων σχεδόν όλων των χωρών της υποσαχάριας Αφρικής, που δεν συλλέγουν στοιχεία για τους θανάτους και για τις οποίες οι στατιστικολόγοι έπρεπε να βασιστούν εξ ολοκλήρου στη μοντελοποίηση.
Η Δρ. Άσμα σημείωσε ότι εννέα στους 10 θανάτους στην Αφρική και έξι στους 10 παγκοσμίως δεν καταγράφονται και περισσότερες από τις μισές χώρες στον κόσμο δεν συλλέγουν ακριβείς αιτίες θανάτου. Αυτό σημαίνει ότι ακόμη και το σημείο εκκίνησης για αυτού του είδους την ανάλυση είναι μια «εικασία».
Εκτός από την Ινδία, υπάρχουν και άλλες μεγάλες χώρες στις οποίες τα δεδομένα είναι επίσης αβέβαια. Το υπουργείο Υγείας της Ρωσίας είχε αναφέρει 300.000 θανάτους από κορονοϊό μέχρι το τέλος του 2021. Όμως η ρωσική εθνική στατιστική υπηρεσία που είναι αρκετά ανεξάρτητη από την κυβέρνηση, διαπίστωσε υπερβάλλουσα θνησιμότητα άνω του ενός εκατομμυρίου ανθρώπων – αριθμός που φέρεται να είναι κοντά σε αυτόν του ΠΟΥ. Η Ρωσία έχει διαφωνήσει με αυτόν τον αριθμό, αλλά δεν έχει καταβάλει καμία προσπάθεια να εμποδίσει τη δημοσιοποίηση των στοιχείων, δήλωσαν μέλη της ομάδας του ΠΟΥ.
Η Κίνα, όπου ξεκίνησε η πανδημία, δεν δημοσιεύει δημόσια στοιχεία θνησιμότητας και ορισμένοι εμπειρογνώμονες έχουν εγείρει ερωτήματα σχετικά με την υποδήλωση των θανάτων, ιδίως στην αρχή της επιδημίας. Αξίζει να σημειωθεί ότι η Κίνα έχει αναφέρει επισήμως λιγότερους από 5.000 θανάτους από τον κορονοϊό. Μία από τις λίγες μελέτες που εξέτασαν την υπερβάλλουσα θνησιμότητα στην Κίνα και η οποία διεξήχθη από ομάδα κυβερνητικών ερευνητών, έδειξε ότι οι θάνατοι από καρδιακές παθήσεις και διαβήτη αυξήθηκαν κατακόρυφα στη Γουχάν κατά τη διάρκεια του δίμηνου αποκλεισμού της πόλης. Οι ερευνητές δήλωσαν ότι η αύξηση οφειλόταν πιθανότατα στην αδυναμία ή την απροθυμία αναζήτησης βοήθειας στα νοσοκομεία. Κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι το συνολικό ποσοστό θανάτων στη Γουχάν ήταν περίπου 50% υψηλότερο από το αναμενόμενο κατά το πρώτο τρίμηνο του 2020.
Η προσπάθεια της Ινδίας να καθυστερήσει τη δημοσιοποίηση της έκθεσης καθιστά σαφές ότι τα δεδομένα για την πανδημία αποτελούν ευαίσθητο θέμα για την κυβέρνηση Μόντι.
«Πρόκειται για μια ασυνήθιστη κίνηση», δήλωσε ο Ανάντ Κρίσναν, καθηγητής κοινοτικής ιατρικής στο Ινστιτούτο Ιατρικών Επιστημών στο Νέο Δελχί, ο οποίος συνεργάζεται με τον ΠΟΥ για την αναθεώρηση των δεδομένων. «Δεν θυμάμαι να έχει ξανακάνει κάτι τέτοιο στο παρελθόν», πρόσθεσε.
Ο Άριελ Καρλίνσκι, ισραηλινός οικονομολόγος που δημιούργησε και συντηρεί το World Mortality Dataset και ο οποίος έχει συνεργαστεί με τον ΠΟΥ για τα στοιχεία, δήλωσε ότι οι υπερβολικοί θάνατοι αποτελούν πρόκληση για τις κυβερνήσεις. «Νομίζω ότι είναι πολύ λογικό για τους ανθρώπους που βρίσκονται στην εξουσία να φοβούνται αυτές τις συνέπειες».
ΠΗΓΗ: NYT
www.ertnews.gr