Την πολιτική και τις παρεμβάσεις της δικτατορίας Μεταξά στον αθλητικό τομέα και οι βαθύτεροι στόχοι της είναι το θέμα που θα εξετάσουμε, μέσα από υλικό ιστορικής έρευνας. Αρχικά πρέπει να δούμε το ιστορικό πλαίσιο στο οποίο εξελίχθηκαν όλα αυτά.
Στο πολιτικό πεδίο σε διεθνή βάση, στη περίοδο του Μεσοπολέμου, είχαν ήδη συγκρουστεί δύο αντιλήψεις για τον αθλητισμό. Από τη μία ένα ρεύμα που στηρίχτηκε από το σοσιαλδημοκρατικό ρεύμα της εποχής και το ρεύμα της κομμουνιστικής τρίτης διεθνούς, που αρχικά με ξεχωριστές αθλητικές οργανώσεις (μαζικές στο σημείο να συγκροτούν ομοσπονδίες και διεθνείς διοργανώσεις) και μετέπειτα με την πολιτική του λαϊκού μετώπου ενάντια στο φασισμό, συνεργαζόμενες οργανωτικά, πρέσβευαν τα ιδεώδη του αθλητισμού της χαράς και της συναδέλφωσης, της ειρήνης, αλλά και του αντιμιλιταρισμού. Συχνές ήταν οι επιθέσεις χωροφυλακής, αστυνομίας και στρατού σε τέτοιες ομάδες, είτε κατά τη διάρκεια αγώνων, είτε στα γραφεία τους, θεωρώντας ότι το έγκλημά τους είναι η προπαγάνδα υπέρ της τότε ΕΣΣΔ και η άμεση σύνδεσή τους με συνδικάτα τα οποία ήταν ούτως ή άλλως αντίπαλοι των κυβερνήσεων της εποχής, σε μία ταραχώδη περίοδο.
“Ενδιαμέσως” αυτών των δύο ρευμάτων υπήρξαν αρκετά ερασιτεχνικά σωματεία, άλλα ανεξάρτητα χωρίς συμμετοχή σε επίσημες διοργανώσεις, αλλά μόνο σε φιλικούς αγώνες και τουρνουά (πολλά εξ αυτών σταδιακά εντάχτηκαν προπολεμικά και μεταπολεμικά, σε τοπικά πρωταθλήματα και επίσημες δομές), αλλά και ομάδες εργοστασίων και επιχειρήσεων, συχνά με τις ευλογίες της εργοδοτικής πλευράς.
Ήταν διαδεδομένη η αντίληψη εκείνη την εποχή, ότι η ψυχική και σωματική υγεία των εργατών είναι παράγοντας που οδηγεί σε μεγαλύτερη παραγωγικότητα και αυτό εξηγεί γιατί τα καθεστώτα της εποχής στήριζαν την εργοδοσία στις επιλογές αυτές και εμφανίζοντας ως οργανωτές της κατεύθυνσης αυτής, για να απολαύσουν τα επικοινωνιακά οφέλη της.
Γράφαμε στο αφιέρωμά μας για τις αθλητικές δράσεις στα Λιπάσματα της Δραπετσώνας: “Όπως αναφέρει η εφημερίδα “Αθλητισμός”, το καθεστώς Μεταξά το απασχολούσε “η μετεργασιακή ψυχαγωγία των εργατών και εργατριών των μεγάλων εργοστασίων μας”.
Και συνεχίζει: “Το ζήτημα αυτό έπρεπε να λυθή αμέσως. Ο εργάτης και η εργάτιδα έπρεπε να βρίσκουν κάποια ανακούφιση έπειτα από το οκτάωρο του καθημερινού μόχθου.
Ο αθλητισμός ήτο το μόνο μέσον που θα μπορούσε να τους χαρίσει μία πραγματική ώρα χαράς”.
Θα σχολιάσουμε ότι όταν το σχόλασμα από την δουλειά «αναζητάει» ανακούφιση, μάλλον η παραγωγική διαδικασία από συνθήκες εργασίας και αμοιβή δεν είχε σταθεί ικανή να δημιουργήσει στον εργαζόμενο αίσθημα πληρότητας και δημιουργίας. Δεν είναι βέβαια γνώρισμα μόνο της συγκεκριμένης εποχής.
Από την άλλη Χίτλερ και Μουσολίνι, επένδυαν στον αθλητισμό για να προβάλλουν ο πρώτος την «ανωτερότητα» της Αρίας Φυλής μέσα και των αθλητικών αποτελεσμάτων και ο δεύτερος μέσω αποτελεσμάτων και αθλητικών έργων την «αποτελεσματικότητα» του φασιστικού κράτους.
Ενδιάμεσα αυτών των ρευμάτων οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις φοβούμενες τυχόν επεκτατικές βλέψεις της τότε ΕΣΣΔ, επέλεξαν τη συμμετοχή στις χιτλερικές αθλητικές διοργανώσεις, «επενδύοντας» σε έναν ισχυρό στρατιωτικά και οικονομικά σύμμαχο, που η ιστορία έδειξε ότι δεν δίστασε να τους κατακτήσει και να τους αιματοκυλήσει και τους ίδιους χωρίς οίκτο.
Αντίστοιχες αθλητικές αποτυπώσεις υπήρξαν και στην Ελλάδα.
Προδρομικό και κραυγαλέο παράδειγμα ήταν το 1935 η απόπειρα αξιοποίησης της “εθνικής αθλητικής παρέλασης” με αφορμή την 25η Μαρτίου (η παρέλαση έγινε την Κυριακή 24 Μαρτίου), όπου δια της συμμετοχής οι αθλητές και τα σωματεία έδειχναν τη στήριξή τους στην κυβέρνηση Πλαστήρα, έναντι των Βενιζελικών που λίγο πριν είχαν επιχειρήσει ένα αποτυχημένο πραξικόπημα, αλλά και όλων των αντιπολιτευόμενων την κυβέρνηση.
Σε διάγγελμά του ο τότε Δήμαρχος Αθηναίων Κοτζιάς, καλεί σε συμμετοχή στην παρέλαση, τη οποία χαρακτηρίζει “παρέλαση εθνικής μετανοίας” και απειλεί ότι όποιο σωματείο δεν πάρει μέρος θα τεθεί “στο αριστερόν” της κυβέρνησης, με άλλα λόγια θα στοχοποιηθεί και θα διωχθεί.Δεν εννοεί μόνο την αριστερά με τους όρους πολιτικής γεωγραφίας που γνωρίζουμε σήμερα, αλλά διευρύνει τα κριτήρια σε ένα συλλογισμό, όποιος δεν είναι με την κυβέρνηση, είναι αντίπαλος, άρα αριστερός, η μπάλα παίρνει και κεντρώες δυνάμεις. Η ακριβής φράση είναι «τίθενται αυτομάτως στο αριστερόν της κυβερνήσεως». Στα λογίδρια της φιέστας ο πρόεδρος της «Εθνικής Αθλητικής Ομοσπονδίας», Πετραλιάς, τόνισε: «Ο γείτων μας Μουσσολίνι επί της νεολαίας εβασίσθη και εδημιούργησε την νέαν μεγάλην Ιταλίαν.
Εις την Γερμανίαν ο Χίτλερ χάρις εις την τέλειαν στρατιωτικήν και αθλητικήν προπαίδευσιν της γερμανικής νεολαίας κατόρθωσε και έθραυσε τας αλύσεις της συνθήκης των Βερσαλιών, ήτις εδέσμευσε τας ελευθερίας της».
Ακολούθησε η δικτατορία της 4ης Αυγούστου, που δεν χάρισε τον αθλητισμό στους αντιπάλους της, μεγάλο μέρος των οποίων οδηγήθηκε σε φυλακές και εξορίες, ανάμεσά τους και πολλοί συνδικαλιστές εργάτες, ενώ υπήρξαν διοικήσεις αθλητικών σωματείων που αποπέμφθηκαν και σύλλογοι που υποχρεώθηκαν σε μετονομασίες. Σε πολλές περιπτώσεις, αρχεία και καταστατικά δημεύτηκαν και καταστράφηκαν.
Όπως καταγράφεται χαρακτηριστικά και στο δημοσίευμα της 14ης Ιανουαρίου 1938 στο «Αθλητικό Βήμα».
Έχοντας πλήρη συνείδηση της κοινωνικής απήχησης του αθλητισμού, το δικτατορικό καθεστώς αποπειράθηκε να τον αξιοποιήσει.
Σταχυολογούμε ορισμένες από τις παρεμβάσεις της 4ης Αυγούστου στον αθλητισμό.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα η ΧΑΝΘ που φέτος γιορτάζει τα 100 της χρόνια, όπως αναφέραμε σε πρόσφατο αφιέρωμά μας:
“Τη δράση της ΧΑΝΘ ανέστειλε η δικτατορία του Μεταξά και η κινητή και ακίνητη περιουσία της πέρασε στο δημόσιο, ενώ το κτήριο στις 24/1/1940 καταλήφθηκε από την ΕΟΝ. Ακολούθησε ο πόλεμος και το κτήριο χρησιμοποιήθηκε από τους Γερμανούς και μετά από το ΕΑΜ – ΕΛΑΣ. Με τη λήξη του πολέμου η ΧΑΝΘ ανασυστάθηκε το 1945 και ανέκτησε τα περιουσιακά της στοιχεία, κάνοντας ένα νέο ξεκίνημα”.
Σε άλλο αφιέρωμά μας στον Α.Σ Ποντίων 1928 που έχει έδρα τη Δραπετσώνα, γράφαμε: “Γλίτωσαν από τους Τσέτες και τον Κεμάλ – Τους “ανέλαβαν” οι δικτάτορες.
Τόσο η δικτατορία του Μεταξά, όσο και αυτή του 1967 – 1974 κατέστρεψε, έκαψε και εξαφάνισε τα αρχεία της Ένωσης και όσων σωματείων είχαν χαρακτηριστεί ως δημοκρατικά, μεταξύ αυτών και αθλητικών σωματείων. Όπως αναφέρεται στην έκδοση “Από τον Πόντο και τη Μικρασία έως τον Πειραιά, εδώ… στη Δραπετσώνα”, η πράξη αυτή “ισοδυναμεί με τυμβωρυχία, καθώς έγινε συνειδητή και άθλια προσπάθεια να θιγούν μνήμες και να σβηστούν δράσεις ανθρώπων μόνο και μόνο γιατί διακατέχονταν από δημοκρατικό φρόνημα και ήθος.Τα έργα των λογοκριτών και των τυμβωρύχων είναι να σκεπάζουν με τη λήθη εκείνα που οι ίδιοι αδυνατούν να ζήσουν και να δημιουργήσουν”.
Στο αφιέρωμα που είχαμε κάνει στην ιστορία της Αθλητικής Ένωσης Μεσολογγίου, αναφέραμε με πηγή της ιστορία της ομάδας που κυκλοφορεί και σε βιβλίο: “Από το 1936 η ΑΕΜ αδρανοποιείται και διαλύεται εξαιτίας της υποβάθμισης του ποδοσφαίρου στην επαρχία και την ίδρυση της ΕΟΝ από την δικτατορία του Μεταξά.
Παραπλήσια καταγραφή έχουμε και στο αφιέρωμα στην ιστορία του Μεσσηνιακού: “Η προσφορά του αναγνωρίζεται απ’ όλους, όμως οι πολιτικές συνθήκες της εποχής, κυρίως η μεταξική περίοδος που προκρίνεται αθλητικώς η ΕΟΝ, απομακρύνουν τους αθλητές από τους χώρους άθλησης”.
Το καθεστώς επιχείρησε να οικειοποιηθεί τον ιδρώτα άλλων, αφού όπως μας έλεγε για τη Χαλκίδα, ο αείμνηστος ποδοσφαιριστής και παράγοντας του Ολυμπιακού Χαλκίδας και μετέπειτα εκδότης εφημερίδας Δημήτρης Δεμερτζής: «Στη Χαλκίδα δεν υποχρεώθηκαν ομάδες σε αλλαγή ονόματος, αλλά τη Μικτή Χαλκίδας απαίτησε να την ονομάζουν ομάδα της ΕΟΝ (εθνική οργάνωση νεολαίας, η νεολαία των φασιστών) και με αυτό το όνομα η ομάδα έφτασε μέχρι τον τελικό, όπου αντιμετώπισε και ηττήθηκε, την Μικτή Αθηνών».
Η “Προσφυγική Ένωση Θεσσαλονίκης”, το 1936 χρονιά που αρκετοί σύλλογοι προχώρησαν άλλοι οικειοθελώς και άλλοι όχι σε μετονομασίες που προωθούσε η δικτατορία Μεταξά, άλλαξε όνομα και έγινε “Μακεδονικός”. Η αιτιολογία της μετονομασίας ήταν “για εθνικούς λόγους”. Ήταν το όνομα μίας ομάδας που είχε διαλυθεί, αλλά εντοπίσαμε κάποια στοιχεία για την παρουσία της.
Παρά τις προσπάθειες εκείνων των χρόνων, της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου να οικειοποιηθεί τα επιτυχημένα τμήματα του εργασιακού αθλητισμού (ενώ είχε ιδρύσει ομάδες με το όνομα της νεολαίας της, της ΕΟΝ και άλλες με τον τίτλο “4η Αυγούστου”), η ίδρυση του Κεραμεικού (ομάδας από το ομώνυμο εργοστάσιο στο Φάληρο, που μπήκε και επίσημες διοργανώσεις) το 1930, δηλαδή έξι χρόνια πριν τη δικτατορία και η παρουσία αθλητών όπως ο Νίκος Γόδας, δείχνουν ότι η αθλητική δραστηριότητα είναι μία ζωντανή διαδικασία και ειδικά αθλήματα με μεγάλη λαϊκή αποδοχή, όπως το ποδόσφαιρο, δύσκολα “τιθασεύονται” στα στενά κοστούμια που ανά τις εποχές διάφορα καθεστώτα σε όλη τη γη, επιχείρησαν να τα εντάξουν για τους δικούς τους λόγους. Άλλωστε θα επαναλάβουμε γι’ άλλη μία φορά ότι στον αθλητισμό πρωταγωνιστές είναι όσοι συμμετέχουν.
Στις 26 Ιουλίου 1939 η εφημερίδα αναφέρει ότι ο Κεραμεικός “το απόγευμα της παρελθούσης Κυριακής” αγωνίστηκε ενάντια στην Άμυνα Κοκκινιάς και την κέρδισε με 7-2. Στη σύνθεση βλέπουμε ξανά και το Νίκο Γόδα, μετέπειτα παίκτη του Ολυμπιακού Πειραιά και καπετάνιο του ΕΛΑΣ στην κατοχή, που πήρε μέρος και στη Μάχη της Ηλεκτρικής στο Κερατσίνι, σώζοντας το εργοστάσιο από την ανατίναξη των υποχωρούντων Γερμανών.
Ο Γόδας εκτελέστηκε στη μετεμφυλιακή περίοδο στο νησάκι Λαζαρέτο της Κέρκυρας, αρνούμενος να υπογράψει δήλωση μετανοίας και ζητώντας να φορέσει τη φανέλα του Ολυμπιακού στην εκτέλεσή του. Ο Γόδας εργαζόταν σαν αγγειοπλάστης στον Κεραμεικό, ενώ δεν πρέπει να δημιουργούν σύγχυση οι αναφορές ότι εργαζόταν και σε ταβέρνα ιδιοκτησίας της οικογένειάς του. Ισχύουν και τα δύο.
Από τα δημοσιεύματα του Τύπου της εποχής μαθαίνουμε ότι η ομάδα ποδοσφαίρου των εργατών στην καπνοβιομηχανία του Παπαστράτου, εμφανίστηκε για πρώτη φορά το Σεπτέμβριο του 1931 και αυτό έχει μεγάλη σημασία για την κατάσταση του κλάδου εκείνα τα χρόνια. Το καπνεργατικό ζήτημα εκείνων των χρόνων, έχει σαν βασικές παραμέτρους φορολογικά ζητήματα σε βάρος των καπνοπαραγωγών και των των καπνεμπόρων, είσοδο μηχανών στα καπνεργοστάσια, άρα και περιορισμό της “ζωντανής εργασίας”, μείωση μεροκαμάτων και θέσεων εργασίας και μεγάλες κινητοποιήσεις.
Σε αυτές τις συνθήκες και με μεγάλες κινητοποιήσεις σε πόλεις – καπνεργατικά κέντρα, στον Πειραιά ο Παπαστράτος έχει την πολυτέλεια να φτιάχνει ποδοσφαιρική ομάδα για τους εργάτες του και αυτοί να την στελεχώνουν.
Χρόνια μετά, κατά τη διάρκεια της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου, το καθεστώς επιχειρεί να οικειοποιηθεί και να προβληθεί από τα πετυχημένα πειράματα εργοστασιακού αθλητισμού, ασχέτως αν αυτά είχαν γίνει χρόνια πριν έρθει η δικτατορία. Επαναλαμβάνουμε ότι είναι ένα έργο που το έχουμε δει σε όλες τις εποχές, από τον κόπο κάποιων να επιχειρούν να βγάλουν υπεραξία κάποιοι άλλοι.
Η δικτατορία Μεταξά ενθάρρυνε τη δημιουργία ομάδων της ΕΟΝ (η οργάνωση της νεολαίας της δικτατορίας), ενώ εμφανίστηκαν και τοπικές ομάδες με το όνομα της 4ης Αυγούστου σε διάφορες περιοχές. Επίσης αρέσκονταν στη διοργάνωση αθλητικών εκδηλώσεων που πρόβαλλε μέσω του Τύπου. Όμως συχνά στο γήπεδο τα αθλητικά παραρτήματα της δικτατορίας “έβρισκαν το μάστορή τους”, καθώς άλλο πράγμα οι παρελάσεις, οι φανφάρες και τα λοφία και άλλο η μπάλα.
Ενδεικτικό των πιέσεων που δέχονταν ο Τύπος είναι το γεγονός ότι στους αγώνες ανεξάρτητων ομάδων, συνήθως αναφέρονταν μόνο η σύνθεση της νικήτριας ομάδας. Βλέπουμε όμως ότι την Κυριακή 10-4-1938 σε αγώνα Πανελευσινιακού – 4ης Αυγούστου, να κερδίζουν με πέναλτι στις καθυστερήσεις οι γηπεδούχοι με 1-0, αλλά τις επόμενες μέρες στο ρεπορτάζ να υπάρχει φωτο και σύνθεση μόνο των ηττημένων!!!
Κάπως έτσι κύλησε ο χρόνος και οι θαυμαστές του Χίτλερ και του Μουσολίνι και των αθλητικών τους πεπραγμένων, βρέθηκαν κάτω από τη μπότα τους (όσοι δεν συνεργάστηκαν ανοιχτά μαζί τους), με τους λαούς της Ευρώπης και του κόσμου, να ματώνουν από το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, στο πιο αντιαθλητικό και εσκεμμένο «φάουλ της ιστορίας».
Έρευνα: Νάσος Μπράτσος