Πριν από μισό δισεκατομμύριο χρόνια, στον πυθμένα του ωκεανού ζούσε ένα πλάσμα με ένα πλατύ κεφάλι σαν κράνος, νύχια που σκαλιζαν την άμμο και ένα κυκλικό στόμα γεμάτο δόντια, και ρουφούσε τα θηράματά του σαν ηλεκτρική σκούπα.
Με μήκος σχεδόν 50 εκατοστά, το Titanokorys gainesi – ένα νεοανακαλυφθέν γένος και είδος – είχε ένα πεπλατυσμένο σώμα και ένα πλατύ κεφάλι που αποτελούσε περίπου τα δύο τρίτα του συνολικού του μήκους, αναφέρουν οι ερευνητές σε νέα μελέτη.
Το Titanokorys ήταν ένα από τα μεγαλύτερα ωκεάνια αρπακτικά της Καμβρίου περιόδου (543 έως 490 εκατομμύρια χρόνια πριν) και είναι το μεγαλύτερο γνωστό αρπακτικό του βυθού εκείνης της περιόδου, σύμφωνα με τη νέα μελέτη. Σε σύγκριση με τα περισσότερα άλλα θαλάσσια είδη της εποχής εκείνης, το μέγεθός του ήταν «απίστευτο», ανέφερε σε ανακοίνωσή του ο επικεφαλής της μελέτης, Ζαν-Μπερνάρ Καρόν, έφορος παλαιοντολογίας ασπόνδυλων στο Βασιλικό Μουσείο του Οντάριο (ROM) στο Τορόντο.
«Είναι σαν ένα κεφάλι με ένα μεγάλο κράνος, που κολυμπάει», δήλωσε ο Καρόν στο Live Science. «Έχει ένα πολύ ασυνήθιστο σχήμα».
Ο Καρόν και ο συν-συγγραφέας της μελέτης Τζο Μοίσιουκ, υποψήφιος διδάκτορας στο τμήμα οικολογίας και εξελικτικής βιολογίας του Πανεπιστημίου του Τορόντο, συνέθεσαν την ανατομία του προ πολλού εξαφανισμένου πλάσματος από 12 απολιθωμένα θραύσματα που συλλέχθηκαν από το Burgess Shale, ένα κοίτασμα απολιθωμάτων στη Βρετανική Κολομβία του Καναδά, που χρονολογείται πριν από περίπου 508 εκατομμύρια χρόνια.
Το μεγάλο κεφάλι και το προστατευτικό κάλυμμα του Titanokorys υποδεικνύουν ότι ανήκε στο γένος hurdiid, μιας οικογένειας με κεφάλι σαν κράνος, που ανήκει σε μια ομάδα εξαφανισμένων ζώων γνωστών ως radiodonts, τα οποία είχαν εξέχοντα μάτια, εξαρτήματα που έμοιαζαν με νύχια, και κυκλικά στόματα με δόντια. Τα ραδιόδοντα είναι πρώιμα αρθρόποδα – ασπόνδυλα με εξωσκελετό, αρθρωτά άκρα και τμηματικά σώματα. Σύγχρονα παραδείγματα είναι τα έντομα και τα καρκινοειδή.
Οι επιστήμονες συνέλεξαν περαιτέρω ανατομικές λεπτομέρειες για το Titanokorys εξετάζοντας απολιθώματα συγγενικών ζώων της Καμβρίου, όπως το Cambroraster falcatus, επίσης από τον Σχιστόλιθο Burgess. Το όνομα αυτού του πλάσματος με τα νύχια-τσουγκράνες και το κεφάλι-κράνος παραπέμπει στην ομοιότητά του με το Γεράκι της Χιλιετίας από την κινηματογραφική ταινία «Ο Πόλεμος των Άστρων».
«Είναι λίγο σα να συμπληρώνουμε το παζλ, όπως πολλοί από τους προκατόχους του και πολλά άλλα ραδιόδοντα που έχουμε βρει στο παρελθόν με βάση αποσπασματικά στοιχεία», δήλωσε ο Καρόν. «Είναι πολύ σπάνιο να βρει κανείς ένα πλήρες δείγμα στο Burgess Shale και ειδικά μεγάλα δείγματα. Πολλά από αυτά τα ζώα ζούσαν κατά μήκος του βυθού και θάφτηκαν πολύ γρήγορα στη λάσπη. Αν είσαι μικρός, τείνεις να καλύπτεσαι πιο εύκολα απ’ ό,τι αν είσαι μεγάλος. Αν δεν είσαι καλυμμένος, είσαι εκτεθειμένος σε πτωματοφάγους ή στην αποσύνθεση, γι’ αυτό και δεν βρίσκουμε μεγάλα, πλήρη δείγματα, παρά μόνο κομμάτια».
Η ζωή υπήρχε στη Γη πολύ πριν από την Κάμβρια περίοδο, ωστόσο κατά τη διάρκεια του πρώιμου μέρους αυτής της περιόδου – περίπου 541 έως 530 εκατομμύρια χρόνια πριν – τα σώματα των ζώων άρχισαν να γίνονται περίεργα. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου έκρηξης της εξέλιξης, που είναι γνωστή ως Κάμβρια έκρηξη, τα είδη εξελίχθηκαν και διαφοροποιήθηκαν με πρωτοφανή ρυθμό, δημιουργώντας πλάσματα με ουρές που έμοιαζαν με στιλέτα, αγκαθωτά χέρια, κεφάλια σαν ελβετικά μαχαίρια, στόματα γεμάτα βελόνες και σώματα τα οποία ήταν τόσο πυκνά καλυμμένα με τρίχες, που έμοιαζαν με βούρτσες κουζίνας.
Τα πιο πολλά από τα ζώα που είναι γνωστά από αυτή την περίοδο ήταν μικρά, με μήκος περίπου όσο ένα ανθρώπινο δάκτυλο. Μια αξιοσημείωτη εξαίρεση, ένα γιγαντιαίο, σαρκοφάγο πλάσμα που έμοιαζε με γαρίδα και ονομαζόταν Anomalocaris canadensis, είχε μήκος έως 1 μέτρο και ήταν το μεγαλύτερο αρπακτικό της Καμβρίου. Όμως το Anomalocaris ζούσε και κυνηγούσε στην επιφάνεια του ωκεανού, ενώ ο Titanokorys προσφέρει τις πρώτες αποδείξεις ότι τα μεγάλα αρπακτικά ραδιόδοντα εξελίχθηκαν επίσης κατά τη διάρκεια της Κάμβριας ώστε να κυνηγούν στο βυθό της θάλασσας, δήλωσε ο Καρόν.
«Το Anomalocaris ήταν ένα αρπακτικό με δόντια σα μαχαίρια και νύχια σαν αγκάθια», είπε. Συγκριτικά, ο πλατύς και επίπεδος Titanokorys εξελίχθηκε για να τρέφεται στο βυθό. Το στιβαρό, αγκαθωτό καβούκι στο κεφάλι του θα όργωνε τα θαλάσσια ιζήματα, ενώ τα νύχια του θα παρέσυραν τη λεία προς το κυκλικό του στόμα, εξήγησε ο Καρόν. Ο εντοπισμός αυτού του μεγάλου θηρευτή του βυθού υποδηλώνει ότι τα μεγάλα ωκεάνια αρπακτικά μπορεί επίσης να εξελίχθηκαν για να κυνηγούν σε άλλα εξειδικευμένα περιβάλλοντα κατά τη διάρκεια της Κάμβριας περιόδου, πρόσθεσε.
Τα ευρήματα δημοσιεύθηκαν στις 8 Σεπτεμβρίου στο περιοδικό «Royal Society Open Science».
ΠΗΓΗ: Live Science
www.ertnews.gr