Τους πρώτους μήνες της πανδημίας του κορονοϊού, η ογκολόγος και γενετίστρια Άμι Μπατ και οι συνάδελφοί της, θέλοντας να διερευνήσουν την πιθανή σχέση μεταξύ του SARS-CoV-2 και των γαστρεντερικών συμπτωμάτων, άρχισαν να συλλέγουν δείγματα κοπράνων από άτομα που είχαν μολυνθεί με τον ιό.
Χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από το εργαστήριο της Μπατ, στο Stanford Medicine στην Καλιφόρνια, ο γαστρεντερολόγος παθολόγος Τίμον Άντολφ προβληματιζόταν από τις αναφορές εντερικών συμπτωμάτων από άτομα που είχαν νοσήσει με κορονοϊό. Μαζί με τους συνάδελφους του από το Ιατρικό Πανεπιστήμιο του Ίνσμπρουκ στην Αυστρία, άρχισαν να συγκεντρώνουν βιοψίες γαστρεντερικών ιστών.
Δύο χρόνια μετά την πανδημία, η προνοητικότητα των επιστημόνων απέδωσε καρπούς καθώς και οι δύο ομάδες δημοσίευσαν πρόσφατα αποτελέσματα που υποδηλώνουν ότι «απομεινάρια» του SARS-CoV-2 μπορούν να παραμείνουν στο έντερο για μήνες μετά την αρχική μόλυνση. Σύμφωνα με το περιοδικό «Nature», αυτά τα ευρήματα προστίθενται σε μια αυξανόμενη ομάδα στοιχείων που υποστηρίζουν την θεωρία ότι τα επίμονα κομμάτια του ιού – τα «φαντάσματα» του κορονοϊού όπως τα αποκαλεί η Μπατ – θα μπορούσαν να συμβάλλουν στη μακρά COVID.
Η θεωρία ότι ο κορονοϊός μπορεί να παραμείνει στον οργανισμό αναφέρθηκε σε μια μελέτη που δημοσίευσε το 2021 ο γαστρεντερολόγος Saurabh Mehandru της Ιατρικής Σχολής Icahn στο Mount Sinai της Νέας Υόρκης. Μέχρι τότε ήταν σαφές ότι τα κύτταρα που επενδύουν το έντερο εμφανίζουν την πρωτεΐνη που χρησιμοποιεί ο ιός για να εισέλθει στα κύτταρα. Αυτό επιτρέπει στον SARS-CoV-2 να μολύνει το έντερο.
Ο Mehandru και η ομάδα του βρήκαν ιικά νουκλεϊκά οξέα και πρωτεΐνες σε γαστρεντερικό ιστό που συλλέχθηκε από άτομα που είχαν διαγνωστεί με COVID-19, τέσσερις μήνες νωρίτερα κατά μέσο όρο. Οι ερευνητές μελέτησαν επίσης τα Β κύτταρα μνήμης των συμμετεχόντων, τα οποία είναι βασικοί παράγοντες του ανοσοποιητικού συστήματος. Η ομάδα διαπίστωσε ότι τα αντισώματα που παράγονται από αυτά τα κύτταρα συνέχιζαν να εξελίσσονται, γεγονός που υποδηλώνει ότι έξι μήνες μετά την αρχική μόλυνση, τα κύτταρα εξακολουθούσαν να ανταποκρίνονται στα μόρια του SARS-CoV-2.
Εμπνευσμένοι από αυτή τη μελέτη, η Μπατ και οι συνάδελφοί της διαπίστωσαν ότι μερικοί άνθρωποι συνέχισαν να αποβάλλουν ιικό RNA στα κόπρανά τους επτά μήνες μετά από μια ήπια ή μέτρια λοίμωξη με SARS-CoV-2.
Ο ιός στοχεύει το έντερο
Ο Άντολφ λέει ότι η δημοσίευση του 2021 ενέπνευσε την ομάδα του να εξετάσει τα δείγματα βιοψίας τους για ενδείξεις του κορονοϊού. Διαπίστωσαν ότι 32 από τους 46 συμμετέχοντες στη μελέτη που είχαν νοσήσει ήπια, είχαν ίχνη ιικών μορίων στο έντερό τους επτά μήνες μετά την λοίμωξη. Περίπου τα δύο τρίτα αυτών των 32 ατόμων είχαν συμπτώματα μακράς Covid. Ωστόσο, όλοι οι συμμετέχοντες σε αυτή τη μελέτη έπασχαν από φλεγμονώδη νόσο του εντέρου και για αυτό ο ερευνητής προειδοποιεί ότι τα δεδομένα του δεν αποδεικνύουν ότι υπάρχει ενεργός ιός σε αυτούς τους ανθρώπους ή ότι το ιικό υλικό προκαλεί μακρά Covid.
Εν τω μεταξύ, περισσότερες μελέτες έχουν υποδείξει παρατεταμένη παρουσία δεξαμενών ιού πέρα από το έντερο. Μια άλλη ομάδα ερευνητών μελέτησε ιστούς που είχαν συλλεχθεί από νεκροψίες 44 ατόμων που είχαν διαγνωστεί με COVID-19 και βρήκε ενδείξεις ιικού RNA σε πολλά σημεία, συμπεριλαμβανομένης της καρδιάς, των ματιών και του εγκεφάλου. Το ιικό RNA και οι πρωτεΐνες ανιχνεύθηκαν έως και 230 ημέρες μετά τη μόλυνση. Η μελέτη αυτή δεν έχει αξιολογηθεί ακόμη από ομοτίμους.
Τα κρησφύγετα του ιού
Σε μια άλλη μελέτη δύο ατόμων που νόσησαν ήπια και στη συνέχεια εμφάνισαν μακροχρόνια συμπτώματα Covid, βρέθηκε ιικό RNA στην απόφυση και στο στήθος. Ο Τζο Γιονγκ, παθολόγος και συν-συγγραφέας της μελέτης στο Ινστιτούτο Μοριακής και Κυτταρικής Βιολογίας του Οργανισμού Επιστήμης, Τεχνολογίας και Έρευνας στη Σιγκαπούρη, εικάζει ότι ο ιός μπορεί να διεισδύει και να κρύβεται σε κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος που ονομάζονται μακροφάγα, τα οποία βρίσκονται σε διάφορους ιστούς του σώματος. Ούτε αυτή η μελέτη έχει αξιολογηθεί ακόμη από ομοτίμους.
Όλες αυτές οι μελέτες υποστηρίζουν την θεωρία ότι οι μακροχρόνιες δεξαμενές του ιού συμβάλλουν στην μακρά COVID, αλλά οι ερευνητές θα πρέπει να κάνουν περαιτέρω έρευνες για να αποδείξουν οριστικά τη σχέση, τονίζει ο Mehandru. Θα πρέπει να τεκμηριώσουν ότι ο κορονοϊός εξελίσσεται σε άτομα που δεν είναι ανοσοκατεσταλμένα και θα πρέπει να συνδέσουν την εξέλιξη αυτή με μακροχρόνια συμπτώματα της Covid.
ΠΗΓΗ: Nature
www.ertnews.gr