24NEWS.GR – Νέα24

Νέα,ειδήσεις από την Ελλάδα & τον κόσμο όλο το 24ωρο!Άμεση ενημέρωση & Ροή ειδήσεων για όλες τις εξελίξεις

2024-bruno-stoiximan

Βλαδίμηρος Κυριακίδης: Συνέντευξη και φωτογράφιση με τον δημοφιλή ηθοποιό

Δεν υπάρχουν Σχόλια Share:

Ο δημοφιλής ηθοποιός Βλαδίμηρος Κυριακίδης θα μείνει για πάντα νέος στο πνεύμα, κι αυτό γιατί εξελίσσεται μέσα από την τέχνη του. Σε μια συζήτηση μας λύνει όλες τις απορίες. Κρατάτε σημειώσεις;

Ο νεαρός Βλαδίμηρος διάβαζε και έκλαιγε με τα όσα έγραφε ο Leonard Cohen. Αυτό, όσο παράξενο κι αν μοιάζει, τον ώθησε να γίνει ηθοποιός. Και μέσα από την τέχνη του εξελίχθηκε αργότερα σε σπουδαίο άνθρωπο. Και, ευτυχώς για μένα, είχα την ευκαιρία να το διαπιστώσω, αφού για δύο ώρες έγινε και συνομιλητής μου. Τον συνάντησα για αυτήν τη συνέντευξη στο καλλιτεχνικό σπίτι του, το Θέατρο Ζίνα, εκεί όπου θα τον απολαμβάνουμε ως Γουίλι Λόμαν στην παράσταση Ο θάνατος του εμποράκου.

«Η υποκριτική, πίστεψέ με, δεν είναι απλή δουλειά. Για τον Γουίλι Λόμαν, πριν ξεκινήσουν οι πρόβες, ήμουν ένα εξάμηνο στο σπίτι μου και μελετούσα. Και αφού τα μελέτησα όλα, για τον Arthur Miller, για την εποχή, για τη θέση της γυναίκας, για τη θέση του άντρα, για τον καπιταλισμό, μπήκα πρακτικά μέσα στον Γουίλι για να τον καταλάβω. Είναι μια προεργασία εξάμηνη όμως πριν φτάσω στην πρώτη μέρα ανάγνωσης με τους ηθοποιούς στο θέατρο. […] Δύο χρόνια τώρα αυτός ο ρόλος με έχει αλλάξει πάρα πολύ. Μου έχει ανοίξει καινούριους δρόμους».

Όπως κι εγώ δεν βαρέθηκα λεπτό μαζί του. Είναι η μεγαλύτερη συνέντευξη που έχω πάρει ποτέ κι αυτό γιατί ήταν τόσο όμορφη και αληθινή η συζήτηση μαζί του που δεν ήθελα να σταματήσει να μιλάει. Μια γελούσα δυνατά και μια προβληματιζόμουν πολύ.

Ετσι συμβαίνει και με τη δουλειά του. Μια μας κάνει να γελάμε με τις κωμωδίες που παίζει και μια μας συγκινεί με μια άλλη του πλευρά, που κι αυτός τώρα ανακαλύπτει ολοκληρωτικά. «Το δράμα είναι ιδιαίτερα δύσκολο, όπως το φαντάζομαι εγώ τουλάχιστον. Αλλά μου ανοίχτηκαν πια άλλοι δρόμοι, όπου εγώ λίγο φοβόμουν να μπω». Δεν είναι ότι δεν είχε ξανακάνει δράμα στη ζωή του, αλλά είχε ανέκαθεν μια αποστροφή για το είδος. «Ξεκινάει από προσωπική υπόθεση. Ημουν από τα παιδιά που δεν ήθελαν δυστυχία στη ζωή τους. Και επειδή όταν ανεβαίνω στη σκηνή, μπαίνω στον ρόλο, αυτήν τη δυστυχία τη ρουφάω όλη. Και αυτό με σακάτευε παλιότερα». Να όμως που τώρα ήρθε η στιγμή να μπει για τα καλά μέσα στο είδος.

«Όταν φύγω από αυτήν τη ζωή δεν θέλω να με θυμούνται. Απελευθερώθηκα όταν το έβγαλα αυτό από πάνω μου, αυτή την αηδία να αφήσω το στίγμα μου»

vladimiros kyriakidis
Credit: InStyle Greece/Φωτογραφίες: Πάνος Γιαννακόπουλος / Styling: Μιχάλης Τσούκας, Μάριος Κυπριώτης / Grooming: Μαριάννα Μούτσου / Fashion Associate: Στέργιος Σχοιναράκης / Βοηθός φωτογράφου: Χρήστος Καββούρης
Ζακέτα Vardas. Πουκάμισο Navy & Green. Παντελόνι Tommy Hilfiger.

Το θέατρο είναι ο αντίλαλος της ζωής, μου είπε και το κράτησα. Οπως κράτησα και το ότι κάθε συναίσθημα είναι καλοδεχούμενο – αρκεί να έχεις ένα. «Δες τη Μόνα Λίζα, είναι το πιο πικρό χαμόγελο, αλλά χαμογελάει. Δες τους ήρωες του Τσέχωφ. Ο πιο πληγωμένος συνεχίζει να χαμογελάει. Ποιος είπε ότι δεν πρέπει να συγκινηθείς; Ποιος είπε ότι πρέπει να γελάμε όλη μέρα;».

Εκανε το Μην αρχίζεις τη μουρμούρα έντεκα χρόνια! Είναι αποδεδειγμένα σταθερός στις επιλογές του και αυτό το επιβεβαιώνει και η προσωπική του ζωή – είναι ζευγάρι εδώ και 36 χρόνια με την επίσης ηθοποιό Εφη Μουρίκη, με την οποία παίζουν και φέτος μαζί στην παράσταση. Τηλεοπτικά τον βλέπουμε σε ένα πέρασμα στη σειρά Ο τιμωρός, ενώ με τον Σωτήρη Τσαφούλια –η σχέση τους επίσης μετράει χρόνια– θα κάνουν το Ριφιφί, μια μίνι σειρά για την Cosmote TV που θα δούμε στο μέλλον.

Μιλάμε για την εγκυκλοπαιδική γνώση, τη συγκριτική μάθηση, τον επεκτατισμό, που έχει περάσει στο DNA μας, το ιδεατό και πολλά άλλα. Κυρίως όμως ανοίγουμε φιλοσοφικές συζητήσεις. «Οταν φύγω από αυτήν τη ζωή δεν θέλω να με θυμούνται. Απελευθερώθηκα όταν το έβγαλα αυτό από πάνω μου, αυτή την αηδία να αφήσω το στίγμα μου. Μου φαίνεται αστείο τώρα. Δεν θέλω! Με ήξεραν όταν ήρθα; Οχι. Γιατί πρέπει να με ξέρουν όταν φύγω; Οσο είμαι εδώ ελάτε να περάσουμε καλά κι εγώ κι εσείς, από κει και πέρα… να έρθουν οι επόμενοι. Για τον ίδιο λόγο δεν αγοράζω και σπίτι. Οταν βαριέμαι φεύγω και πάω σε άλλο. Τι να το κάνω το σπίτι όταν θα φύγω από εδώ; Προτιμώ, αντί να δεσμεύσω τόσα λεφτά εκεί, όταν θα τα έχω να τα πάρω και να τα φάω με τη γυναίκα μου όπου θέλω».

Είσαι το πρώτο μου τηλεοπτικό crush. Σε θυμάμαι με μαλλιά «φράχτη» να παίζεις στις Βαρβαρότητες.

Βέβαια. Με την ατάκα «πάμε τοίχο» ή με την «αρρώστια». Για μένα αυτή η σειρά είχε έμπνευση.

Δεν ξέρω αν έχεις καταλάβει ότι είχες δημιουργήσει τότε μια τάση με τα χτενίσματά σου.

Μεγαλώσαμε γενιές και γενιές. Εγώ περίμενα ότι θα πάει κι άλλο, αλλά δεν έγινε δεύτερη σεζόν. Μάλιστα, η ιδέα τότε ήταν να έχω συνέχεια μοϊκάνα τα μαλλιά μου κι εγώ τους είπα «γιατί να μην αλλάζω μαλλί σε κάθε επεισόδιο;». Ήταν ό,τι πιο δύσκολο έχω κάνει. Επειδή τα γυρίσματα πηγαίνουν γκρουπαριστά, εγώ έκανα δύο σκηνές, άλλαζα μαλλί, έκανα άλλες δύο, ξανάλλαζα μαλλί και πάλι τα ίδια. Σκότωμα ήταν, αλλά ήταν πολύ ωραίο και είχαμε εφεύρει απίστευτα χτενίσματα.

Κάτι συνέβαινε πάντως παλιά και πολύ επιτυχημένες σειρές πήγαιναν μόνο μια σεζόν. Όπως τα Υπέροχα πλάσματα της Μυρτώς Κοντοβά. Εκεί ήταν η μόνη φορά που είχα αρνητικά συναισθήματα απέναντί σου.

Το Υπέροχα πλάσματα είχαν πρόταση. Αν με αντιπάθησες εκεί, στη Νήσο τι έπαθες; Εκεί ήταν ο πιο γοητευτικός κακός, χυδαίος άνθρωπος που έχω παίξει. Αλλά ήταν μέσα από την κωμωδία, και το θέμα εκεί είναι πώς κάνεις έναν τέτοιο ρόλο και πάλι σε συμπαθεί ο κόσμος. Είναι φοβερό αυτό.

vladimiros kyriakidis
Credit: InStyle Greece/Φωτογραφίες: Πάνος Γιαννακόπουλος / Styling: Μιχάλης Τσούκας, Μάριος Κυπριώτης / Grooming: Μαριάννα Μούτσου / Fashion Associate: Στέργιος Σχοιναράκης / Βοηθός φωτογράφου: Χρήστος Καββούρης
Σακάκι και πλεκτό Nikos Apostolopoulos.

Πώς το εξηγείς που όλος ο κόσμος σε συμπαθεί, ό,τι κι αν παίξεις;

Μάλλον καταλαβαίνει ότι εκείνη τη στιγμή αυτό που κάνεις είναι τέχνη. Δεν σε ταυτίζει. Πολλές φορές κι εμένα με έχει προβληματίσει που έχω γίνει τόσο οικείος στους ανθρώπους και πόσο έχω μπει μέσα στα σπίτια τους…

Το καλύτερο που σου έχουν πει;

Το καλύτερο κομπλιμέντο το έχω δεχτεί από μια γηραιά κυρία σε ένα γηροκομείο όπου δούλευε ως εθελόντρια η ανιψιά ενός φίλου μου. Εκείνη λοιπόν μου έστειλε ένα βιντεάκι όπου ρωτάει τη γιαγιά αν ξέρει τον Βλαδίμηρο Κυριακίδη κι αν βλέπει τη Μουρμούρα. Και εκείνη της λέει: «Πώς δεν τον ξέρω, παιδάκι μου… Και Μουρμούρα βλέπω όταν με αφήνουν οι φίλες μου. Και αυτός, παιδάκι μου, είναι φοβερός ηθοποιός γιατί θυμίζει τους παλιούς Έλληνες ηθοποιούς που δεν παίζουν κάτι, δεν προσποιούνται κάτι, αλλά είναι την ώρα που παίζουν». Κάπως έτσι το είπε. Το πιο συγκινητικό ποιο είναι; Ότι η κυρία ήταν τυφλή. Με άκουγε να παίζω. Αυτό με διέλυσε. Δεν έχω ακούσει καλύτερο κομπλιμέντο.

Τι θέλω όμως να πω τώρα με αυτό; Δεν θέλω να ευλογήσω τα γένια μου. Αυτό είναι για να πω ότι μάλλον ο τρόπος που συμπεριφέρομαι με κάνει οικείο προς τους ανθρώπους. Συν του ότι όταν με βλέπουν δεν έχουν κάτι να φοβηθούν από εμένα. Δεν κρύβει κάτι το βλέμμα μου, δεν υπάρχει δεύτερη σκέψη από πίσω, είναι αυτό που είναι.

Και αυτό αυτομάτως κάνει χαλαρή μια κατάσταση. Και στον δρόμο ο κόσμος με χαιρετάει. Να περνάς την Αλεξάνδρας και να ανοίγει ένα παράθυρο και να σου λένε «γεια σου, Βλαδίμηρε»… Δεν υπάρχει καλύτερο για μένα. Μου δίνει τόση χαρά γιατί είμαι πάρα πολύ κοντά με τους ανθρώπους. Και οι εποχές είναι μυστήριες. Και δύσκολες. Αν αναλογιστείς ότι έχουμε επιτρέψει σε life coaches να μπουν στη ζωή μας…

Τώρα που είπες «life coaches», έχεις δει ότι υπάρχουν κι αυτοί που σου μαθαίνουν, και καλά, πώς να φλερτάρεις;

Ναι, ναι. Λογικό, γιατί δεν το ξέρουμε πια.

Φυσικά και δεν το ξέρουμε αφού πια στέλνουμε μήνυμα στο Instagram. Δεν θα ήταν πιο απλά τα πράγματα αν απλώς βγαίναμε στα μπαρ;

Αυτό κάναμε εμείς. Επικοινωνία ανθρώπινη. Δεν ήταν αυτό το «ορθάδικο», που όλοι είναι με το κινητό και «δες αυτό, δες εκείνο, δες το άλλο» και γελάνε πάνω σε κάτι που βλέπουν σε μια οθόνη. Επίσης, όλοι πλέον πιστεύουν πως το τρολάρισμα είναι χιούμορ. Όχι, το τρολάρισμα είναι πάθηση. Χιούμορ είναι κάτι άλλο. Η εξουσία που σου δίνει το πληκτρολόγιο να πατάς και να ανεβάζεις ό,τι θέλεις τρολάροντας είναι καταστροφική. Λες εσύ δέκα προτάσεις, απομονώνω εγώ μια φράση και έρχονται δέκα από δίπλα και τρολάρουν νομίζοντας ότι είναι αστείοι. Έναν τέτοιον άνθρωπο αν τον βάλεις μια ώρα να μιλήσει ή να αναπτύξει μια άποψη για οποιοδήποτε θέμα δεν μπορεί.

Αν ωστόσο έκανες προφίλ στο Instagram, ποιο θα ήταν το πρώτο post που θα ανέβαζες;

Αυτά που θα ανέβαζα δεν αφορούν ούτε το Instagram ούτε το TikTok. Για παράδειγμα, δεν μπορώ να ανεβάσω ένα κείμενο του Νίτσε και να εξηγήσω γιατί ο Σαίξπηρ έχει γράψει πριν από αυτόν για την ανθρώπινη συνείδηση. Αν τα ανεβάσω αυτά, δεν θα είμαι δημοφιλής. Κατάλαβες; Τσάμπα θα κάνω το Instagram, γιατί εγώ αυτό μπορώ να πω. Ή να μιλήσω για την τέχνη μου. Να πω τι σημαίνει «μετάπτωση», τι σημαίνει «ρυθμική αλλαγή», «συναισθηματική φόρτιση»… Ποιος θα με ακούσει αν πω αυτά; Κανείς. Εδώ σε παιδιά σε δραματική σχολή τα έλεγα και βαριόντουσαν να τα ακούσουν.

Συνεχίζεις να διδάσκεις;

Όχι, όχι. Το έκανα, το έζησα, αλλά ανακάλυψα πως θέλω τον επαγγελματία απέναντί μου. Ούτε θέλω να μεταλαμπαδεύσω τη γνώση μου ούτε τίποτα.

Ωραίο αυτό που είπες, γιατί πολλοί θέλουν να έχουν τον τιμητικό τίτλο του δασκάλου.

Πρέπει να ξεχωρίσουμε εν τω μεταξύ τι σημαίνει «δάσκαλος υποκριτικής» και τι «σκηνοθέτης». Συμβαίνει ένα μπέρδεμα στους ηθοποιούς που διδάσκουν. Συνήθως σκηνοθετούν. Πριν φύγω από τη σχολή ο ιδιοκτήτης με ρώτησε αν θα ήθελα να την αναλάβω. Κι εγώ του είπα πως για να το κάνω αυτό θέλω τους καθηγητές εδώ –από φέτος για του χρόνου–, να πούμε τι σύστημα και ποιο ρεύμα διδάσκουμε. Με ρώτησε τι εννοώ και του είπα: «Τι διδάσκουμε; Ρεαλισμό; Νατουραλισμό; Φοβισμό;». «Δεν θες να έχουμε πολυμορφία;» με ρώτησε εκείνος. «Όχι», απάντησα, «δεν θέλω, διότι όταν εγώ θα κάνω μια ανάλυση ή μια υποκριτική υπόδειξη για τον Τσέχωφ ή τον Σαίξπηρ, δεν μπορεί να πάει ένας άλλος συνάδελφος να πει τα ανάποδα. Δεν γίνεται ένας συνάδελφος που θα διδάξει από προσωπικές εμπνεύσεις και παρορμήσεις να παροτρύνει το παιδί να παίξει κάτι το οποίο δραματουργικά είναι λάθος. Είναι βέβαιο ότι θα έρθουμε σε σύγκρουση. Δεν μπορείς να μου ανατρέψεις τον Σαίξπηρ γιατί εσύ ξύπνησες αλλιώς και θα διδάξεις ό,τι σου κατέβει. Άρα, τι σύστημα υποκριτικής θα διδάξουμε;». Αλλά προφανώς κι ο άνθρωπος αυτός δεν ήξερε τι ακριβώς τον ρωτούσα. Εδώ δεν το ξέρουν οι ηθοποιοί.

Εσύ, για να τα ξέρεις όλα αυτά, φαντάζομαι πως από όταν αποφάσισες ότι θα γίνεις ηθοποιός διάβαζες;

Πριν, όχι.

vladimiros kyriakidis
Credit: InStyle Greece/Φωτογραφίες: Πάνος Γιαννακόπουλος / Styling: Μιχάλης Τσούκας, Μάριος Κυπριώτης / Grooming: Μαριάννα Μούτσου / Fashion Associate: Στέργιος Σχοιναράκης / Βοηθός φωτογράφου: Χρήστος Καββούρης
Σακάκι και παντελόνι Vardas. Πλεκτό Sisley.

Βέβαια, θυμάμαι πως είχες πει κάποτε ότι ήσουν ξύλο απελέκητο!

Εντελώς. Γιατί δεν με ενδιέφερε αυτό που συνέβαινε γύρω μου. Όταν πρώτη φορά ήρθα σε επαφή με το θέατρο, με την Πειραματική Σκηνή της Τέχνης, το 1979, για να τους βοηθήσω και να παρακολουθήσω κάτι πρόβες, πήγαινα κάθε βράδυ μετά το σχολείο. Μου είπαν «αφού έρχεσαι, δεν πατάς και τα κουμπιά, να μην κατεβαίνει ο ηθοποιός από τη σκηνή για να το κάνει;». Άρχισα να πατάω κουμπιά, μετά ήρθε και το μπομπινόφωνο και συνέχισα να πηγαίνω στις παραστάσεις και να πατάω κουμπιά. Είχα καταγοητευτεί από αυτό που έβλεπα. Δεν είχα διαβάσει ποτέ θέατρο, ποτέ τίποτα. Βαριόμουν να διαβάζω. Μπαίνω στη δραματική σχολή και βρίσκω το σπίτι μου, τον στόχο μου. Εκεί άρχισε η μελέτη. Και ξέρεις πώς; Άκουγα τους μορφωμένους και έλεγα «Παναγία μου, δεν ξέρω τίποτα». Το βούλωνα, άκουγα πολύ καλά τι έλεγαν και πήγαινα το βράδυ και ενημερωνόμουν για να μάθω κι εγώ. Όχι για να τους ξεπεράσω, αλλά για να μπορώ να σταθώ σε ένα τραπέζι και όταν ανοίξει η κουβέντα να έχω ένα επιχείρημα να προβάλω.

Πώς μπαίνεις σε έναν ρόλο;

Το θέμα είναι αν μπαίνεις στην ουσία. Μπαίνεις; Ολοκληρωτικά; Αν είσαι «του ψυχιατρείου», μπαίνεις. Το λέω αυτό γιατί με έχουν χαρακτηρίσει έτσι. Κάτι φίλοι μου με ρωτάνε «εννοείς πως όταν πατάς το πόδι σου στη σκηνή γίνεσαι κάποιος άλλος;». Λέω «ναι, προσπαθώ να γίνω ο ρόλος μου». Μετά βγαίνω και γίνομαι ξανά ο Βλαδίμηρος. Εμένα μου αρέσει, με γοητεύει αυτό.

Το να μπεις στον ρόλο όμως δεν είναι μια διαδικασία;

Βέβαια. Αλλά για να μην περνάω σε λεπτομέρειες για όλη τη διαδικασία που ακολουθώ κάθε φορά, θα σου πω με τον Γουίλι Λόμαν τι έγινε. Στο κανονικό έργο μπαίνει ένας χαρακτήρας μέσα στη δράση που δεν τον βλέπει κανείς και είναι ο αδερφός του Γουίλι Λόμαν. Εμείς εδώ δεν παρουσιάζουμε κάποιον που τον βλέπει μόνο εκείνος, τον έχουμε μόνο ως φωνή. Αφού λοιπόν μελέτησα διάφορους παράγοντες –κοινωνικοπολιτικό υπόβαθρο, νευρώσεις της εποχής και πολλά άλλα–, πάμε στο πρακτικό κομμάτι. Τι λέω λοιπόν… Θες να το πάμε ρεαλιστικά; Μπαίνει ένας άνθρωπος κάπου και βλέπει κάτι που δεν βλέπει και δεν ακούει κανείς άλλος. Ρεαλιστικά, σκέφτομαι ότι κάποια παθογένεια θα υπάρχει.

«Κι αυτό είναι σημαντικό. Να περνάς τις δεκαετίες με έναν άνθρωπο και μέσα σε αυτές να μεταλλάσσεσαι, και να κουράζεσαι και από τον άλλον, μετά όμως πάλι να ενθουσιάζεσαι. Αλλά να μένεις εκεί»

Τι γίνεται εδώ; Αρχίζεις να αναρωτιέσαι τι συμβαίνει μέχρι να καταλήξεις τι θα παίξεις. Κι εγώ κατέληξα πως εδώ έχουμε πρώτα στάδια άνοιας. Ανοίγεται ένας άλλος δρόμος για τον Γουίλι Λόμαν κι έτσι καταλαβαίνεις γιατί είναι έτσι η γυναίκα του, γιατί αρχίζει κι αυτός να λέει άλλα και χάνεται και η άλλη είναι από δίπλα – ο πιο δύσκολος ρόλος για μένα είναι της Λίντα Λόμαν. Αυτή είναι η δική μου άποψη – γιατί δεν μπορώ να παίξω χωρίς άποψη. Μπορεί να το δει κάποιος και να μου πει «δεν είναι σωστό αυτό που κάνεις, λάθος δρόμο διάλεξες», δικαίωμά του. Αλλά δεν μπορεί να με κατηγορήσει ότι δεν έχω παλέψει αξιοπρεπώς να παρουσιάσω την άποψή μου.

vladimiros kyriakidis
Credit: InStyle Greece/Φωτογραφίες: Πάνος Γιαννακόπουλος / Styling: Μιχάλης Τσούκας, Μάριος Κυπριώτης / Grooming: Μαριάννα Μούτσου / Fashion Associate: Στέργιος Σχοιναράκης / Βοηθός φωτογράφου: Χρήστος Καββούρης
Τζάκετ, πουκάμισο και παντελόνι Sisley.

Στο σπίτι προετοιμάζεστε μαζί με τη «Λίντα Λόμαν» (την υποδύεται η σύζυγός του, Έφη Μουρίκη);

Ναι. Κυρίως μόνοι μας –σε διαφορετικό δωμάτιο και σε άλλες ώρες– και μετά, όταν νιώσουμε κάπως έτοιμοι, καθόμαστε και ανταλλάσσουμε πληροφορίες. Το σύστημα ενός Άγγλου σκηνοθέτη, που μας ρωτούσε πριν από πολλά χρόνια σε μια άλλη δουλειά πώς βλέπει ο χαρακτήρας μας τους άλλους χαρακτήρες του έργου, το ασπάστηκα. Ξέρεις τι αλήθειες μαθαίνεις έτσι; Και να μην το κάνω με τους υπόλοιπους –γιατί δεν σκηνοθετώ–, το κάνω μόνος μου. Διότι όταν σου μιλήσει η Λίντα Λόμαν για τον Γουίλι και το πώς τον βλέπει, δεν το πιστεύεις τι πληροφορίες παίρνεις. Είναι όπως στη ζωή… Αν αρχίσω τώρα να σου λέω πώς σε βλέπω, δεν θα πιστεύεις τι καταλαβαίνω. Και έτσι αρχίζεις να αντιλαμβάνεσαι τι εντύπωση δίνεις ή σου λύνονται ερωτηματικά. Άρα αυτό το κάνουμε μεταξύ μας και ξεκινάμε να συζητάμε και να αναλύουμε. Δεν παίζουμε όμως. Είναι σαν να κάνουμε δραματουργική ανάλυση των χαρακτήρων μας. Όλα αυτά τα συγκεντρώνουμε και όταν πατάμε το πόδι μας στη σκηνή απελευθερωνόμαστε και παίζουμε.

Και τώρα αρχίζουν τα πολύ δύσκολα. Να έχεις απίστευτη πειθαρχία σε αυτό που κάνεις, αλλά να έχεις ελεύθερο το συναίσθημα για να αυτοσχεδιάζεις κάθε βράδυ και να έχεις πρόταση. Αυτή είναι η τεχνική που χρησιμοποιούμε με την Έφη.

Δύσκολο ακούγεται. Αλλά σας ζηλεύω που το χτίζετε όλο αυτό μαζί.

Είναι φοβερή επικοινωνία.

Είναι στοιχείο της γενιάς σου οι μακροχρόνιες σχέσεις;

Είναι να σου τύχει αυτό. Δεν είναι τόσο της γενιάς μας. Είχαμε κι εμείς αστάθεια χαρακτήρων και είχαμε άλλες νευρώσεις. Αλλά ουσιαστικά τα ίδια συμβαίνουν τότε και τώρα. Το μόνο διαφορετικό είναι η επανάσταση της τεχνολογίας.

Και το ότι οι άνθρωποι δεν συνδέονται πια. Αυτό ζηλεύω σε εσένα, που έχεις σύντροφο σε πολλά διαφορετικά επίπεδα.

Κι αυτό έχει γίνει μέσα από δουλειά. Ξεκινάς ερωτευμένος με μια γυναίκα και θέλει πολλή δουλειά για να συνεχίσεις να είσαι ερωτευμένος μαζί της. Έτσι είναι και από τη δική της πλευρά.

Άρα δεν είναι μόνο τύχη.

Αυτό το βάζω στη σφαίρα του κισμέτ, που λένε. Ήταν στη μοίρα μου να συναντήσω αυτήν τη γυναίκα. Τη συνάντησα. Το θέμα είναι πώς θα συνεχίσεις να την έχεις και να σε έχει; Κι εκεί δουλειά θέλει. Και, πίστεψέ με, η δουλειά στην προσωπική ζωή είναι πιο σκληρή από αυτήν του θεάτρου. Γιατί στο θέατρο έχεις και την ασφάλεια του σκηνοθέτη και του συγγραφέα. Στη ζωή δεν έχεις «άλλοθι» από πίσω.

Ξέρεις τι είπα τις προάλλες στην Έφη, που είχαμε μια παρόμοια συζήτηση; «Κορίτσι μου, εμείς γνωριστήκαμε πιτσιρίκια. Εγώ ήμουν 26 χρόνων κι εσύ 24, κι έχω πάει 62 κι εσύ 60. Άρα εμείς μεγαλώσαμε μαζί. Μαζί βιώσαμε τα λάθη μας. Τις αλλαγές της προσωπικότητας. Τις αλλαγές τις ψυχολογικές. Άρα καλά κάναμε και κάναμε λάθη. Κι αυτό είναι τόσο σημαντικό». Να περνάς τις δεκαετίες με έναν άνθρωπο και μέσα σε αυτές να μεταλλάσσεσαι και να κουράζεσαι και από τον άλλον, μετά όμως πάλι να ενθουσιάζεσαι. Αλλά να μένεις εκεί. Γιατί προβληματιζόμαστε, λέμε καμιά φορά: «Ωχ, θα τσακωθούμε». Και τι να κάνουμε; Μέχρι να πεθάνουμε θα ξανατσακωθούμε. Και είναι ωραίο αυτό στη ζωή, δεν είναι άσχημο. Κι όταν υπάρχουν δύο διαφορετικές προσωπικότητες που συγκρούονται δεν γίνεται αλλιώς. Αυτό είναι ευγενής άμιλλα. Μαθαίνω, μαθαίνεις.

vladimiros kyriakidis
Credit: InStyle Greece/Φωτογραφίες: Πάνος Γιαννακόπουλος / Styling: Μιχάλης Τσούκας, Μάριος Κυπριώτης / Grooming: Μαριάννα Μούτσου / Fashion Associate: Στέργιος Σχοιναράκης / Βοηθός φωτογράφου: Χρήστος Καββούρης
Ζιβάγκο Nikos Apostolopoulos.

Σε έχουμε αφήσει στη δραματική σχολή στη Θεσσαλονίκη. Πώς έφτασες στην Αθήνα;

Την πρώτη φορά που ήρθα στην Αθήνα ήταν για να δω έναν φίλο μου, κάπου το 1981-1982, μόλις τελείωσα τη δραματική σχολή. Ήδη έπαιζα στη Θεσσαλονίκη με την Πειραματική Σκηνή της Τέχνης. Ο φίλος μου, που με φιλοξενούσε, ήταν επίσης ηθοποιός και επρόκειτο να πάει σε μια οντισιόν για την ταινία Ο κλοιός του Κώστα Κουτσομύτη. Μου είπε λοιπόν να πάμε μαζί για παρέα και μετά να πιούμε έναν καφέ. Πήγαμε μαζί, εγώ καθόμουν έξω στο γραφείο και όσο περίμενα μου λέει ο βοηθός του Κουτσομύτη: «Εσείς; Είστε για το κάστινγκ;». «Όχι, όχι», απάντησα εγώ, «ήρθα να πιω καφέ με τον φίλο μου και θα φύγω μετά». Με ρώτησε αν θέλω να μπω κι εγώ στο κάστινγκ και δέχτηκα. Ε, έκανα τον Κλοιό και μετά έμεινα δύο χρόνια στην Αθήνα παίζοντας σε ταινίες.

Όντως;

Ναι, ήρθα για μια εβδομάδα και έμεινα τελικά δύο χρόνια. Εκεί στο δίχρονο κάποια στιγμή με ρωτάει ο Αίας Μανθόπουλος, που δεν είναι στη ζωή πια, ο οποίος ήταν συγγενής με την Ειρήνη Παπά, που ήξερε τον Μίνωα Βολανάκη –μεγάλο κεφάλαιο στη ζωή μου–, «σε έχουν προσλάβει στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος;». «Όχι» του λέω κι εκείνος μου λέει ότι του είπαν για έναν Κυριακίδη. Εγώ δεν ήμουν, από όσο ήξερα, αλλά με έτρωγε. Ναι μεν έκανα τις ταινίες, αλλά αυτές δεν σου δίνουν χρήματα για να ζήσεις. Ζούσα με ένα καλαμάκι το μεσημέρι και ένα καλαμάκι το βράδυ. Μιλάμε για μεγάλες φτώχειες. Τα βάζω κάτω και σκέφτομαι: «Λες να με έχουν προσλάβει στο Κρατικό Θέατρο, εκεί στο σπίτι μου, στη Θεσσαλονίκη, να πάρω κι εγώ κάνα φράγκο να ζήσω, να λιγδώσει κι εμένα λίγο το αντεράκι μου;». Και πάω και περιμένω τον Μίνωα Βολανάκη, χωρίς να τον ξέρω, έξω από το Θέατρο Πόρτα όπου σκηνοθετούσε.

«Ο κύριος Βολανάκης;» του λέω. «Μάλιστα» μου λέει. «Κυριακίδης Βλαδίμηρος. Με έχετε προσλάβει στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδας;» τον ρωτάω εγώ. «Όχι», μου λέει, «αλλά άμα θες σε προσλαμβάνω». Φοβερός άνθρωπος. Του λέω «θέλω» και μου απαντάει «εντάξει, σε έχω προσλάβει». Στην πραγματικότητα είχε προσλάβει τον Στέφανο Κυριακίδη. Μεγάλος, καλός ηθοποιός και στη σωστή ηλικία τότε.

Αφού είχε προσλάβει άλλον με το όνομα Κυριακίδης, γιατί σου είπε ότι σε προσλαμβάνει;

Έτσι. Πάω κι εγώ στη Θεσσαλονίκη –για να δεις τι παιδί ήμουν, δεν είχα μυαλό–, όντως με προσλαμβάνει στο Κρατικό Θέατρο και με το που φτάνω τον βρίσκω και του λέω: «Μόνο να σας πω κάτι. Δεν θέλω να κάνω δράμα, γιατί δυστυχώ. Θέλω να κάνω μόνο κωμωδία». Ήμουν βλαμμένο, ήμουν 24 χρόνων, δεν ήμουν καλά. Να λες στον διευθυντή ενός θεάτρου… είναι θράσος. Με βάζει λοιπόν σε ένα έργο διανομή που εγώ είχα δουλέψει με τον συγκεκριμένο σκηνοθέτη και δεν μου είχε αρέσει καθόλου. Δεν τον βρίσκω στο γραφείο του και του γράφω ένα χαρτί όπου του λέω: «Παραιτούμαι γιατί δεν θέλω να κάνω χάλια πράγματα που έκανα στο παρελθόν. Δεν με εκφράζει αυτό που μου προτείνετε να κάνω».

Ξανάρχομαι Αθήνα – στον φίλο μου πάλι που με φιλοξενούσε. Δεν είχαμε κινητά τότε και παίρνω τη μάνα μου ύστερα από μια εβδομάδα και μου λέει ότι με ψάχνει ο Βολανάκης. Τον παίρνω στο γραφείο του και του λέω «τι θέλετε; Αφού παραιτήθηκα» για να λάβω την απάντηση «εγώ σε έχω προσλάβει, αν θες να έρθεις, έλα». Του λέω «μισό λεπτό» και κοιτάζω την τσέπη μου. Τη γυρίζω και είναι άδεια, οπότε του λέω «λοιπόν, έρχομαι». Δεν είχα να φάω. Κάνω συμβόλαιο με το ΚΘΒΕ και αρχίζω να δουλεύω. Ευτυχώς έκανα Ρόζενκραντζ και Γκίλντενστερν με τον Βολανάκη και εκεί είδα τι σημαίνει ιδιοφυΐα στον σκηνοθέτη.

Απορώ τι είδε σε εσένα και σου συγχώρεσε όλα τα προηγούμενα.

Δεν ξέρω, είναι της μοίρας. Δεν μπορώ να σου πω ότι αναπτύξαμε ποτέ πολύ μεγάλη σχέση. Κάναμε κι άλλο ένα έργο και μετά άρχισε ξανά να με «τρώει» και να σκέφτομαι ότι πάλι κάτι δεν πάει σωστά. Είχα πάντα μια επανάσταση μέσα μου από μικρός – ενδόρρηξη, το ανάποδο της έκρηξης. Κάτι με ενοχλούσε. Και μόλις έπιασα τον εαυτό μου να βλέπει το όρντινο και να ανακουφίζεται που δεν ήμουν σε καμία παράσταση συνειδητοποιώ ότι δεν ήταν κάτι λάθος από αυτό που γινόταν, εγώ ήμουν το λάθος εκεί μέσα. Ξαναγράφω επιστολή παραίτησης και φεύγω. Αλλά πριν φύγω είχα γνωρίσει την Έφη. Είχε έρθει στη Θεσσαλονίκη με το Εθνικό, με τον Γλάρο, σε σκηνοθεσία Jules Dassin. Και έτσι ήρθε και ο έρωτας ο μεγάλος. Με έτρωγε που ήμασταν και μακριά και επιπλέον σκεφτόμουν «καλά, τι κάνω;». Έτσι ήρθα στην Αθήνα ξανά και από τότε δεν έφυγα. Είχα όμως και τον άνθρωπό μου μαζί. Και από τότε μαζί στη βιοπάλη του θεάτρου, να επιζήσουμε. Να κάνουμε εκείνο, να κάνουμε το άλλο, μέχρι να κάνουμε τον δικό μας θίασο, το δικό μας θέατρο. Έτσι λοιπόν είμαι 36 χρόνια στην Αθήνα, όσα ακριβώς είμαι και με την Έφη.

vladimiros kyriakidis
Credit: InStyle Greece/Φωτογραφίες: Πάνος Γιαννακόπουλος / Styling: Μιχάλης Τσούκας, Μάριος Κυπριώτης / Grooming: Μαριάννα Μούτσου / Fashion Associate: Στέργιος Σχοιναράκης / Βοηθός φωτογράφου: Χρήστος Καββούρης
Πουκάμισο και παντελόνι Sisley.

Έχεις πει ότι η ζωή σου θα μπορούσε να είναι μυθιστόρημα. Ποιο θεωρείς το peak της ιστορίας;

Το ένα αξίζει να πάει στον καθηγητή μου, τον φιλόλογο, τον Ιορδάνη Βλαχόπουλο, ο οποίος έγινε και συγγραφέας μετά – οφείλω να το μνημονεύσω και είναι εν ζωή. Επειδή δεν ήμουν καλός μαθητής με πήραν από το δημόσιο και με έβαλαν σε ιδιωτικό, για να «επιβιώσω». (γέλια) Εκεί γνώρισα αυτόν τον μεγάλο φιλόλογο, ο οποίος μια μέρα μάς έβαλε ένα θέμα έκθεσης που δεν το θυμάμαι ακριβώς. Αφού διόρθωσε τις εκθέσεις, μπαίνει να μας τις δώσει και λέει σε όλους: «Έχουμε έναν συγγραφέα στην τάξη μας». Κοιταζόμασταν εμείς και αποκαλύπτει ότι είμαι εγώ αυτός. Και αναρωτιόμουν: «Εγώ; Το ξύλο το απελέκητο συγγραφέας; Κάποιο λάθος έχει κάνει, δεν μπορεί να μιλάει για μένα». Το θέμα ήταν σχετικό με ταξίδι. Και τι έκανα εγώ; Έγραψα για ένα ταξίδι με πλοίο με πρωταγωνιστή έναν μεθυσμένο και πώς το είδε εκείνος, που μέσα στη σούρα του δεν κατάλαβε τίποτα και όταν ξεμέθυσε τους είδε όλους πανιασμένους να τρέχουν να κάνουν εμετό. (γέλια) Επίσης, όταν αποφάσισα, εκεί γύρω στα 17, ότι θα γίνω ηθοποιός, όπου και να το έλεγα εισέπραττα αμφισβήτηση. Πήγα λοιπόν στον Ιορδάνη Βλαχόπουλο, του είπα με φόβο ότι θέλω να γίνω ηθοποιός και μου λέει: «Επιτέλους, ένας άνθρωπος που θα κάνει κάτι σοβαρό στη ζωή του». Αυτός ήταν η πρώτη υποστήριξη που είχα.

Το δεύτερο ήταν όταν γνώρισα την οικογένεια της Έφης – αυτό θα μου μείνει αξέχαστο. Ήταν η πρώτη Πρωτοχρονιά που περάσαμε με την οικογένειά της. Είναι πέντε αδέλφια που μαζεύτηκαν όλοι μαζί, γέμισε μισό δωμάτιο δώρα και έζησα μια οικογενειακή σύναξη απίστευτη, που έγινα μέρος της.

Εσύ ήσουν μοναχοπαίδι; Όχι, είχα άλλους δύο αδερφούς, αλλά από άλλους γάμους των γονιών μου, γιατί ήταν διπλοπαντρεμένοι.

Άρα δεν έχεις ζήσει το κλασικό οικογενειακό ελληνικό «Μπεν Χουρ». Όχι. Κι εμείς είχαμε και μια μόνιμη δυστυχία στο σπίτι. Ήταν στενοχωρημένοι, για τους δικούς τους λόγους, οι γονείς μου. Αλλά δεν πειράζει, να είναι καλά εκεί που είναι, γιατί και αυτό με γύμνασε.

Είπες ότι κάθε ηθοποιός που έχει ένα κοινό που τον επιδοκιμάζει, τον χειροκροτεί, κάποια στιγμή «την ακούει» και ότι εσύ το ξεπέρασες γρήγορα. Τότε σε γείωσε και η Έφη;

Και η Έφη. Γιατί είναι μια σταθερά στη ζωή μου, είναι πολύ γήινη και πραγματικά ήταν ο σύμβουλος πολλών πραγμάτων στη ζωή μου. Γιατί εγώ ίπταμαι. Κυνηγάω και τα πολλά και τα μεγάλα στη δουλειά μου, τα θέλω. Να κάνω κι αυτό και το άλλο. Κι εκείνη μου λέει ότι στη ζωή αξίζουν τα μικρά, τα αληθινά, τα άλλα δεν είναι τίποτα. Μου είπε κάποια στιγμή: «Όμορφο αυτό που ζούμε, αλλά δεν είναι η ζωή μας. Η ζωή μας είναι πολύ πιο δύσκολη για να τη ρυθμίσεις από αυτό που ζούμε εδώ».

Το θέμα αρχικά φιλοξενήθηκε στο InStyle Greece τεύχος 123 Δεκέμβριος 2024.

The post Βλαδίμηρος Κυριακίδης: Συνέντευξη και φωτογράφιση με τον δημοφιλή ηθοποιό appeared first on InStyle.



Διαβάστε όλο το Άρθρο…

Like
Like Love Haha Wow Sad Angry
Previous Article

Extra σπάνιο βίντεο από τα Εγκλήματα – Στο φως η σκηνή που δεν προβλήθηκε ποτέ στον ΑΝΤ1

Next Article

Η γη της ελιάς: Ο Μιλτιάδης & η Στέλλα ήρθαν κοντά αλλά το Χ “κριντζάρει” – «Όλο και χειρότερο!»

Μπορεί επίσης να σας αρέσουν:

Διαβάστε επίσης: